ΤΕΤΑΡΤΟ ΣΗΜΕΙΟ

4 dakika

ΤΕΤΑΡΤΟ ΣΗΜΕΙΟ 

    Όπως εξηγήθηκε στο Πρώτο Μέρος του Εικοστού Πρώτου Λόγου, η δύναμη της υπομονής που δίνεται στον άνθρωπο από τον Ύψιστα Δίκαιο και Αληθή Αλλάχ (Χακκ), είναι επαρκής για κάθε συμφορά, εκτός πια αν σπαταλιέται με αδικαιολόγητους φόβους. Αλλά μέσω της υπεροχής της αυταπάτης, ο άνθρωπος με την απερισκεψία και με το ότι φαντάζεται ότι αυτή η παροδική ζωή είναι αιώνια, σπαταλά τη δύναμη της αντοχής και της υπομονής του στο παρελθόν και στο μέλλον. Γι’ αυτό το λόγο η υπομονή του δεν επαρκεί να αντιμετωπίσει τις συμφορές του παρόντος, και αρχίζει να παραπονιέται. Είναι σαν -Επ`ουδενί!- ο άνθρωπος να παραπονιέται για τον Ύψιστα Δίκαιο και Αληθή Αλλάχ (Χακκ) στον άνθρωπο. Με ένα αδικαιολόγητο και ακόμα ανισσόροπο και βλακώδες τρόπο, επιδεικνύει την έλλειψη της υπομονής του.

     Διότι, η κάθε ημέρα συμφοράς και θλίψης που τώρα έχει περάσει, μόνο η ηρεμία και η γαλήνη της έχει παραμείνει, ο πόνος της έχει εξαφανιστεί και η ευχαρίστηση του τέλος της παραμένει, τα βάσανά της έχουν φύγει αλλά η ανταμοιβή (Σαβάμπ) της παραμένει. Δεν πρέπει να παραπονιέται για αυτό αλλά, πρέπει να δίνει απολαυστικές ευχαριστίες. Δεν πρέπει να αγανακτεί με την δυστυχία του, αλλά πρέπει να την αγαπά, διότι η παροδική ζωή του παρελθόντος του, έρχεται να μετατραπεί σε μια αιώνια και ευλογημένη ζωή λόγω της συμφοράς που είχε. Ο συλλογισμός του προϋπάρχων αυτού πόνου και έπειτα η σπατάλη της υπομονής προς αυτά είναι παλαβομάρα.

     Όσον αφορά τις ημέρες του μέλλοντος, αφού δεν έχουν έρθει ακόμα, ο συλλογισμός κάποιας ασθένειας ή συμφοράς που είναι πιθανόν να εμφανισθούν σε εκείνες, και το να ανυπομονείς συλλογίζοντας τα είναι επίσης βλακεία. Όσο ανοησία είναι το να λέει κάποιος στον εαυτό του «εφόσον αύριο ή μεθαύριο θα είμαι πεινασμένος και διψασμένος», και για αυτό το λόγο σήμερα να τρώει και να πίνει συνέχεια, έτσι και το να σκέπτεται κάποιος τις ανύπαρκτες για αυτήν τη στιγμή συμφορές ή ασθένειες που μπορεί να υπάρξουν στο μέλλον, και να υποφέρει από τώρα, και να ανυπομονεί καταπιέζοντας τον εαυτό του χωρίς οποιοδήποτε λόγο, είναι μια τέτοια ηλιθιότητα που δεν αξίζει ούτε έλεος αλλά ούτε και ευσπλαχνία.

   Εν ολίγοις, ακριβώς όπως η ευγνωμοσύνη αυξάνει τη θεία γενναιοδωρία, έτσι και η διαμαρτυρία αυξάνει την δυστυχία, και απομακρύνει όλες τις αιτίες ή ευκαιρίες για συμπόνια και ευσπλαχνία. 

    Κατά τη διάρκεια του πρώτου χρόνου του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου, στην πόλη Ερζερούμ ένας ενάρετος προσβλήθηκε από μια τρομερή ασθένεια. Πήγα να τον επισκεφτώ και πάρα πολύ πικραμένος μου παραπονέθηκε: «Επί εκατό νύχτες δεν μπόρεσα να βάλω το κεφάλι μου σε μαξιλάρι και να κοιμηθώ.». Τον λυπήθηκα πολύ, και ξαφνικά θυμήθηκα και του είπα:

    «Αδελφέ μου, οι εκατό δύσκολες ημέρες που πέρασες, τώρα είναι εκατό ευχάριστες ημέρες. Μην παραπονιέσαι με τον συλλογισμό αυτών, κοίταξε τις και έχε ευγνωμοσύνη. Όσον αφορά τις ημέρες του μέλλοντος, αφού δεν έχουν έρθει ακόμα, έχε εμπιστοσύνη στον Συμπονετικό και Φιλεύσπλαχνο Υποστηριχτή σου τον Απόλυτο Συντηρητή και Επιμορφωτή όλων των δημιουργημάτων τον  (Ράμπ) που είναι Πολυεύσπλαχνος (Ραχμάν) και Οικτίρμονος (Ραχίμ), και μην κλαίς πριν κτυπηθείς, μην φοβάσαι απ’ το τίποτα, μην δίνεις το χρώμα της ύπαρξης σε κάτι ανύπαρκτο. Σκέψου αυτήν την παρούσα ώρα, η δύναμη και η αντοχή της υπομονής σου είναι αρκετή για αυτήν την ώρα. Μην φέρεσαι όπως ένας ανόητος διοικητής που παρόλο την ενίσχυση που έχει στην δεξιά του πτέρυγα και είναι η αριστερή εχθρική πτέρυγα και παρόλο που στην αριστερή του πτέρυγα η δεξιά εχθρική πτέρυγα δεν έχει εμφανιστεί ακόμα, αυτός αρχίζει να διασκορπίζει τις δυνάμεις του κέντρου στα αριστερά και δεξιά αφήνοντας το κέντρο εντελώς αδύναμο, και ως αποτέλεσμα ο εχθρός με μια μικρή δύναμη επιτίθεται στο κέντρο και τον καταστρέφει.» 

     Και του είπα: «Αδελφέ μου, εσύ μην γίνεις σαν κι’ αυτόν. Επιστράτεψε όλη τη δύναμή της υπομονής σου για αυτήν την παρούσα ώρα, και σκέψου το θείο έλεος και την ανταμοιβή που θα κερδίσεις στην άλλη ζωή, και πως η συνοπτική και παροδική ζωή σου μετατρέπεται σε μια μακροχρόνια και αιώνια μορφή. Αντί να παραπονιέσαι πικρά, δώσε χαρούμενες δοξολογίες.»

      Και αυτός με απόλυτη ανακούφιση, είπε: «Ελχάμντουλιλλάχ, (Δόξα τον Αλλάχ), τώρα η αρρώστια μου υποχώρησε στο εν-δέκατο απ’ ότι ήταν πριν.»